Επίκαιρα

ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΗΝ…ΚΟΛΑΣΗ !

ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΗΝ…ΚΟΛΑΣΗ !

Τάσος Κούζαρος, Καλλιτέχνης Θεάτρου Σκιών, Φιλόλογος.

Εδώ και κάμποση ώρα είχε αρχίσει να ζεσταίνεται κι όλο και φούντωνε! Καυτός ιδρώτας τον περιέλουζε κι δεν μπορούσε να πάρει ανάσα! Καυτή λάβα ένιωθε να πυρακτώνει το σώμα του, προσπαθούσε να ανοίξει τα βλέφαρά του, αλλά λες κι ήταν κολλημένα μεταξύ τους.

«Μπα, δεν εξηγείται! Μάς κτύπησε για τα καλά το el Ninio» σκέφτηκε «κι αυτή η γρουσούζα η Αγλαΐα δεν άναψε το κλιματιστικό, φαίνεται φοβήθηκε τη ρήτρα αναπροσαρμογής στα Τιμολόγια της ΔΕΗ και τους φουσκωμένους λογαριασμούς. Χα- χα- χα!», χαζογέλασε μέσα στο λήθαργό του, «Λες και πληρώσαμε ποτέ! Τι με περάσανε, κορόϊδο σαν τον Χατζαηβάτη, που κόντεψε να τού ‘ρθει εγκεφαλικό, όταν είδε τον τσουχτερό λογαριασμό κι έτρεξε και δανείστηκε με τόκο από τον αργυραμοιβό, τον Ιακώβ, για να τούς τον πληρώσει εντός της προθεσμίας; Αχ, κι όμως σού εξήγησα ρε Αγλαΐα μη τρομάζεις, θα κάνουμε ρύθμιση για 5000…δόσεις!

Γιατί δεν το ανάβεις λίγο να δροσιστώ; Έσκασα…έσκασα, δεν αντέχω άλλο!…». Μες στην αγωνία του μετά βίας μπόρεσε να ανοίξει το τσίνορο. Και τι να δει: καπνοί παντού που τύφλωναν, φλόγες τεράστιες ως εκεί που έφθανε το μάτι, καζάνια που κόχλαζαν και μεσ’ στην καυτή πίσσα ψυχές που βασανίζονταν…….σπαρακτικές κραυγές και οιμωγές, σκίζοντας τον αέρα, τριβέλιζαν τα αυτιά του. Τρόμαξε!

Πραγματικά για πρώτη φορά στη ζωή του τρόμαξε, όταν συνειδητοποίησε ότι κι ο ίδιος έβραζε γδυτός μέσα σ’ ένα τεράστιο καζάνι. Σκέφτηκε ότι την τελευταία φορά που του συνέβη κάτι τέτοιο ήταν στην χώρα των Ανθρωποφάγων, όταν απετέλεσε το κύριο μενού για τον αρχηγό τους. Τώρα όμως πού βρισκόταν…πού βρισκόταν;

Ο Καραγκιόζης και οι ανθρωποφάγοι.

Ο Καραγκιόζης και οι ανθρωποφάγοι.

 

-«Πού βρίσκομαι;» φώναξε δυνατά.

Διάβολος του Βασίλαρου.

Διάβολος του Βασίλαρου.

-«Στην Κόλαση!» απάντησε σαρκαστικά ένα διαβολάκι, που υπερίπτατο ελέγχοντας τη θερμοκρασία στα καζάνια κρατώντας μια πιρούνα και στριφογυρίζοντας επιδεικτικά την ουρά του.

-«Στην Κόλαση; Καλά, πότε πρόλαβα; Εγώ στα ψέματα πέθαινα, για να βγάλω κανένα φράγκο απ’ τους πονόψυχους φίλους και συγγενείς, για να διαγράψει τα χρέη μου ο Πασάς ή να γλυτώσω το ξύλο απ’ τον Μπάρμπα μου τον Βόϊδι!»

-«Έμ, πολύ θέλει ο Άνθρωπος; Πέθανες τόσες φορές πάνω στο πανί που φαίνεται πως την τελευταία ξέχασες να ξυπνήσεις. Τώρα, δεν ξέρω να σου πω, Καραγκιόζη μου, από την πείνα πήγες, από τίποτε σάπια που έφαγες απ’ το σκουπιδοντενεκέ του Σαραγίου, απ΄ το πολύ ξύλο που σού ‘ριξε ο Βεληγκέκας; Θα σε γελάσω. Βλέπεις δεν παρέλαβα την ψυχή σου εγώ και δεν διάβασα το πιστοποιητικό θανάτου. Μα, τι σημασία έχει πια. Εδώ θα βράζεις κοντά μας στον αιώνα τον άπαντα!

Κόλασις και Παράδεισος Φ. Ράμμου.

Κόλασις και Παράδεισος Φ. Ράμμου.

 

-«Διαμαρτύρομαι, διαμαρτύρομαι… είναι μεγάλη αδικία! Εμένα το μεγάλο, τον κοσμαγάπητο Καραγκιόζη τον Καραγκιοζόπουλο με ρίξατε στην Κόλαση, στο Πυρ το Εξώτερο, αντί να με φιλοξενήσετε στον Παράδεισο με τα πανέμορφα Ουρί και τα βουνά από πιλάφι με μπόλικο- μπόλικο βούτυρο;

-«Για δέστε μούτρα που μάς θέλουν και Παράδεισο! Γιατί, μωρέ, να πας στον Παράδεισο; Επειδή ξυλοφόρτωνες τη φουκαριάρα την Αγλαΐα, που, αφού της έφαγες την προικούλα της τήν έστελνες να ξενοδουλεύει και να ξενοπλένει; Kαι τα λίγα χρήματα του κόπου της πήγαινες και τα χαρτόπαιζες ή τα μπεκρόπινες με το Διονύσιο, το Σταύρακα και τους άλλους μόρτες; Κι αντί σαν καλός οικογενειάρχης να δουλεύεις νυχθημερόν, για να ταΐσεις, να ντύσεις και να στείλεις στο σχολείο τα παιδιά σου, εσύ κοίταζες να στήνεις κομπίνες με το Χατζηαβάτη, για να εξαπατήσετε τίποτε αφελείς σαν το Μορφονιό ή τον Μπάρμπα Γιώργο; Να σού σούρω κι άλλα….., τα πιο σοβαρά;….Και μού θες Παράδεισο, τρομάρα σου, Άσωτε Οικογενειάρχη!!! Είσαι πολύ τυχερός που ο Σατανικότατος Βελζεβούλ δεν σε εκσφενδόνισε στα Τάρταρα!» Ο Καραγκιόζης δεν έβγαλε τσιμουδιά κι απ’ τη ντροπή του κόντευε να χώσει όλο το κεφάλι του μέσα στο καυτό λάδι. Ούτε πόνο ένιωθε, ούτε τίποτε, μόνο ντροπή, απέραντη ντροπή και καθώς τον έπαιρναν τα δάκρυα ψέλλισε:

-«Μα, πάντα μετάνιωνα και κοίταγα να επανορθώσω.»

-«Ναι, κατόπιν εορτής κι αφού το κακό είχε γίνει. Κοίτα, τώρα μην κλαις και μού ρίχνεις τη θερμοκρασία στο καζάνι, γιατί το ξέρεις καλά πως μετά τον Άδη μετάνοια δεν
υπάρχει.»

-«Κι εδώ, βράζοντας, θα τη βγάλω αιωνίως; Μήπως να ζητήσω μια ακρόαση απ’ τον κυρ-Βελζεβούλ να διοργανώσουμε καμία διασκεδαστική- από εκείνες τις παλιές, τις πιπεράτες.. έ, ε, ε…, ξέρεις εσύ-παράσταση για τα μικρά διαβολάκια και τις κυρίες διαβολίνες, μήπως και μειωθεί η ποινή μου;»

-«Μην κάνεις όνειρα, δεν έχεις ελπίδες.»

-«Γιατί, κυρ-Διάολε;»

-«Γιατί αυτήν την περίοδο η Κόλαση δουλεύει στο φουλ! Πού καιρός για ψυχαγωγία! Άνοιξαν τόσο πολύ οι δουλειές μας που διαρκώς επεκτεινόμαστε με ταχύτατους ρυθμούς και στον «Επάνω Κόσμο»! Φιλαρχία και φιλαργυρία καλπάζουν. Βία και Εγκληματικότητα έσπασαν όλα τα ρεκόρ στο χρηματιστήριο της Κολάσεως. Η διαφθορά κάνει limit up, και πάνω από όλα ο Πόλεμος! Πόσες νέες ευκαιρίες δεν προσφέρει για επιπλέον βάσανα στους λαούς της γης, ενεργειακή κρίση, επισιτιστική κρίση, πολεμικοί εξοπλισμοί….ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ!!!! Ασταμάτητα δουλεύει η Παγκόσμια Βιομηχανία του Ολέθρου! Καλά, εσύ βρε Καραγκιόζη, τους τελευταίους έξι μήνες, πού ζούσες; Ειδήσεις δεν άκουγες ;»

-«Ώστε, είστε από τους κερδισμένους.»

-«Βεβαιότατα, η σύμπραξη του Αφέντη μας με το Βλαδίμηρο ήταν η πλέον προσοδοφόρα επενδυτική κίνηση των τελευταίων δεκαετιών για τον «Επιχειρηματικό Όμιλο Της Κολάσεως». Ήδη απολαμβάνουμε τρελά κέρδη και η ενεργειακή μας επάρκεια τείνει στο άπειρο!»

-« Ώρε, Μανούλα μου! Τι πάθαμε, οι δόλιοι!!! Φροντίζει, φυσικά, η GAZPROM, διοχετεύοντας τα πλεονάσματά της, για να μην πέσουν στον Αιώνα τον Άπαντα οι υψηλές θερμοκρασίες στα καζάνια, θα βράσουμε ως το μεδούλι.»

-«Γι’ αυτό σου λέω, Καραγκιόζη μου, δες το πόσο τυχερός είσαι εσύ ο κολασμένος να απολαμβάνεις, εν όψει Ρωσικού Χειμώνα, «ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ» μεσ’ την ανεξάντλητη πυρά της, την ώρα που χώρες και λαοί θα ψοφολογούν απ’ το Πολικό Ψύχος και την Πείνα. Βλέπεις ο συνεταίρος μας Βλαδίμηρος παρέα με τον Σατανικότατο τα πάντα εν σοφία σχεδιάζουν.»

Το καζάνι με τη φασουλάδα.

Το καζάνι με τη φασουλάδα.

 

-«Ωραίες οι Διακοπές, μα πες μού, κυρ- Διάολε, φαγητά θα υπάρχουν άφθονα, έτσι; Φαντάζομαι ότι ανάμεσα σε τόσα καζάνια σε κάποιο κοχλάζει λαχταριστή Φασουλάδα. Πόσο την έχω πεθυμήσει!!! Ω, Φασουλάδα μελιστάλαχτη, φραντζόλα μου αφράτη απ’ τον καιρό που πείνασα σας έβαλα στο μάτι! Πόσο πεινάω ο κολασμένος! Δεν υπάρχει μεγαλύτερο βασανιστήριο απ’ τον γουργουρισμό των εντέρων!!!»

-«Βρε, τι Φασουλάδες και φραντζόλες μού τσαμπουνάς; Εμάς τα κακά πνεύματα μάς τρέφουν ο πόνος κι η απόγνωση, η ορφάνια κι ο εκπατρισμός, το έγκλημα και η αδικία, η αρρώστια και η πείνα των ανθρώπων!»

-« Ου, ου, ου, ου να μού χαθείς, Τρισκατάρατε! Εγώ θέλω φαϊ, Φαϊ, ΦΑΪ, που να σε πάρει ο Διάολος και σένα και τον Βελζεβούλ και το Βλαδίμηρο» και δίνοντας ο Καραγκιόζης ένα σάλτο βρίσκεται έξω απ’ το καζάνι τρέχοντας και φωνάζοντας: -«ΦΑΪ-ΦΑΪ, φέρτε μου ΦαΪ¨…..ΡΕΕΕΕ!!!»

-«Να -να, Καραγκιοζάκη μου, μη φωνάζεις, φαγητό σού έφερα να φας όσο θέλεις» ακούστηκε η γλυκειά φωνή της γυναίκας του της Αγλαΐας.

-«Βοηθήστε με, κύριε Χατζηαβάτη, να τον βγάλουμε απ’ τον σκουπιδοντενεκέ, ποιός ξέρει πόση ώρα βρίσκεται χωμένος εκεί μέσα.»

-«Φαίνεται έψαχνε για αποφάγια και λιγοθύμησε, ο καϋμένος», συμπλήρωσε ο Χατζηαβάτης, «Πού να βρεθούν στις μέρες μας αποφάγια στα σκουπίδια. Όλα τα τρόφιμα, ακόμη κι οι πίτσες και τα σουβλάκια, έχουνε φθάσει στο Θεό! Κανείς δεν πετάει τίποτε!» κι ο Καραγκιόζης, καθώς σιγά – σιγά συνερχόταν μασουλώντας λαίμαργα το κομμάτι το ψωμί, που τού ΄χε δώσει η γυναίκα του, απάντησε στο φίλο του;

-«Εγώ μια Φασουλάδα λαχτάρησα, βρε Χατζηταραμά, μια Φασουλάδα! Κι εκεί που ήμουν δεν τι βρήκα.»

-«Πού ήσουν Καραγκιόζη μου;» ρώτησε η Αγλαΐα. Κι ο Καραγκιόζης αγκαλιάζοντας την και φιλώντας την τρυφερά:

-«Άστα, ρε Γυναίκα, ήμουν…ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ!!!»

ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΕΠΙΣΗΣ...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *