The story of Karagiozis

Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΠΕΘΑΝΤΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΥΛΟΥ

Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΠΕΘΑΝΤΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΥΛΟΥ

«…Κι είπα του (Χάροντα): Ο οχτρός μου κι αν με στρύμωξε

τον πόλεμο τόνε προκρίνω.

Μένα με λεν Απέθαντο,

και τα όπλα δεν τα παραδίνω.

Μαθές, το χέρι μου δεν ξέμαθε

να παίζη το κοντάρι

κι όποιου τού αρέσει κι αγαπά

ας έρθη να με πάρη….

Αυτή την απάντηση δίνει ο Απέθαντος στον λεβέντη, αψηλόκορμο, πανώμορφο κουρσάρο, τον ξακουστό τον Χάροντα, όταν τον καλεί στην Κάτου Χώρα, στη δοξασμένη κατοικιά του, που κόκκαλα έχει ως θέμελα….  κατά την ποιητική φαντασία του Ποιητή και Ακαδημαϊκού Σωτήρη Σκίπη (1881-1952).

Ο Σκίπης φαίνεται πρώτος πως χαρίζει λογοτεχνική υπόσταση σε μία υπερβατική μορφή, τον Απέθαντο με την έκδοση στη Γαλλία ενός ομότιτλου ποιητικού έργου και με υπότιτλο: (ΠΕΜΠΤΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ).

«Ο Απέθαντος», που εκτείνεται σε επτά ραψωδίες, έχει σαφώς οραματικό και Αποκαλυπτικό χαρακτήρα και είναι «αφιερωμένος στην αναγεννωμένην Ελλάδα». Ο δε χρόνος έκδοσής του, το 1909, δεν είναι καθόλου τυχαίος, αφού τον Αύγουστο ξέσπασε «η Επανάσταση στο Γουδί», που απέβη ο καταλύτης για τον ταχύτατο εκσυγχρονισμό της χώρας και τη διεκδίκηση των δικαίων της επί του πεδίου της μάχης.

Αν και σ’ αυτό το έργο ο Απέθαντος ταυτίζεται με τον αναγεννώμενο Έλληνα των Αγώνων 1912-1922, συνειρμικά δεν παύει να φέρει στο νου τον Απέθαντο του θρύλου και της ιστορίας, τον Κωνσταντίνο ΙΑ΄, τον Παλαιολόγο, τον «Μαρμαρωμένο Βασιλιά»!

Το πρωί της 29ης Μαΐου 1453 κοντά στη πύλη του Αγίου Ρωμανού ως απλός στρατιώτης ο Κωνσταντίνος «έπεσεν αφανώς»! Κανείς απ΄ τους γενναίους συμμαχητές του δεν επέζησε να μαρτυρήσει για το τέλος του.

Κανείς από τους ιστορικούς της Αλώσεως δεν υπήρξε αυτόπτης μάρτυς του θανάτου του. Η σεπτή σορός του μόνο από τα πορφυρά υποδήματα με τους χρυσούς δικέφαλους αναγνωρίσθηκε. Η αποκομμένη κεφαλή, που επιδείχθηκε από το Μωάμεθ τον Β΄ στους αιχμάλωτους υπουργούς του, όσο κι αν πλύθηκε καλά, μόλις και μετά βίας αναγνωρίσθηκε ως ιδική του. Άγνωστος και ο τάφος που ανάπαυσε το ακέφαλο σώμα του Γαληνότατου τελευταίου Αυτοκράτορα των Βυζαντινών.

Όλες αυτές οι αμφιβολίες και οι αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες για την τύχη ή το τέλος του Πολεμιστή-Βασιλιά γέμισαν το λαό με μια κρυφή ελπίδα και χαρά: Είναι αδύνατον να πεθάνει ο Κραταιός Αυτοκράτορας στον οποίο ο λαός του Βυζαντίου είχε εναποθέσει τις ελπίδες της σωτηρίας του! Τι συνέβη, λοιπόν; Την κρίσιμη την ώρα, όταν μέσα στο πλήθος των εχθρών σκοτώθηκε το άλογό του κι έπεσε κι αυτός, ένας Αράπης σήκωσε το σπαθί του να χτυπήσει τον Κωνσταντίνο, όμως Θεία Βούλησει «ήρθε άγγελος Κυρίου και τον άρπαξε και τον πήγε σε μιά σπηλιά, βαθιά στη γη κάτω, κοντά στη Χρυσόπορτα. Εκεί μένει μαρμαρωμένος ο Βασιλιάς, και καρτερεί την ώρα να ‘ρθεί πάλι ο άγγελος να τον σηκώσει….».

Έτσι πλάσθηκε ο Θρύλος του Απέθαντου Βασιλιά κι έγινε πιστευτός απ’ τους σκλαβωμένους χριστιανούς, γιατί συνηγορούσε τόσο η Ιουδαϊκή παράδοση, που θέλει ο Μωυσής, ο Ενώχ, ο προφήτης Ηλίας να έχουν αναληφθεί στους ουρανούς και να επίκειται και νέα επιφάνειά τους επί της γης, όσο και η Χριστιανική που αναφέρεται στη Μετάσταση ή Κοίμηση της Θεοτόκου, αλλά και στο ότι ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ζει κοιμώμενος στον τάφο του!

Το αποτέλεσμα αυτής της πίστης ήταν να παρηγορηθεί ο λαός και να εμψυχωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αντέξει τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς υπό τον Οθωμανικό ζυγό, αλλά και μετά την απελευθέρωση των πρώτων τμημάτων του Ελληνισμού να αγαπήσει τον πρώτο Υπερκόσμιο Ήρωα της ιστορίας, που κινείται πέρα απ’ το χώρο και το χρόνο και πάνω απ’ την ίδια τη ζωή, τον Καπετάν Απέθαντο.

Σ’ αυτό καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος και πάλι ενός ποιητή, του Γιώργου Τσουκαλά. Το φυσικό ταλέντο και η φαντασία του, που διοχέτευσε στο Ελληνικό Λαϊκό Μυθιστόρημα, του επέτρεψαν γρήγορα να διακριθεί και μάλιστα γράφοντας μία παράσταση για τον Καραγκιόζη, «Ο Καπετάν Απέθαντος», που έγινε δημοφιλέστατη! Κι αυτό συνέβη, γιατί ο Τσουκαλάς κινούμενος στον υπερβατικό χώρο κατόρθωσε με ελάχιστα ιστορικά στοιχεία να δημιουργήσει ένα λαϊκό θρύλο, συνδυάζοντας τη γοητεία της αφήγησής με αχαλίνωτη φαντασία και συμπαθητικές υπερβολές ως απλοϊκά ψέμματα στην πλοκή του, όπως παρατηρεί ο Κυριάκος Δ. Κάσσης. 

Πέρα, όμως, απ’ το μυθιστόρημα του Τσουκαλά, που εκδόθηκε σε δύο μέρη, το δεύτερο με τίτλο: «το Μυστικό του Καπετάν Απέθαντου», και ο Καραγκιοζοπαίκτης Ιωάννης Μουστάκας έγραψε την τρίπρακτη κωμωδία: «ο Καραγκιόζης και ο καπετάν Απέθαντος», που εκδόθηκε από την «Άγκυρα» με εξώφυλλο που φιλοτέχνησε ο λαϊκός ζωγράφος Γλιάτας.

Ο Ιωάννης Μουστάκας, υπήρξε, λοιπόν, συγγραφέας παραστάσεων Θεάτρου Σκιών και μάλιστα, όπως σημειώνει ο Μίμης Μόλλας: «…Πολυγραφότατος, γέμισε τα περίπτερα με φυλλάδια παραστάσεων και σκίτσα με φιγούρες Καραγκιόζη μέχρι το 1930. Μετά αποσύρθηκε και δεν ξανάπαιξε συστηματικά». Τη φθινοπωρινή-χειμερινή σαιζόν του 1930 ο Μουστάκας, ο οποίος ήταν ευκατάστατος και καλός επιχειρηματίας, δημιουργεί το «Θέατρο Μουστάκα» στην Ομόνοια σ’ ένα υπόγειο επί της οδού Αθηνάς. Αυτό βρισκόταν δίπλα στο άλλο υπόγειο, του Ιωάννη Γαληνέα, όπου έπαιζε ο μεγάλος Μόλλας.

Ο Μουστάκας, για να αντέξει το συναγωνισμό του Μόλλα, επιλέγει τον δεκαεπταετή Σπύρο Κούζαρο, του οποίου γνώριζε τις πολυσχιδείς ικανότητες, αφού ήδη από το 1929 είχαν συνεργασθεί στο «Θέατρο Κατσή Μάρκου», στο Σταθμό Λαρίσης και στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.- Παρενθετικά αναφέρουμε ότι στην Πάτρα ο νεοαφιχθείς εξ Αθηνών Ντίνος Θεοδωρόπουλος την Πέμπτη 1η Αυγούστου του 1929, κατά τον ΝΕΟΛΟΓΟ, στο Θέατρο «ΡΕΚΟΡ», στα Υψηλά Αλώνια έδωσε την ιδική του κατοχυρωμένη και αναγνωρισμένη παράσταση ο «Μαρμαρωμένος Βασιληάς» και ο Καραγκιόζης ενώπιον του κακουργοδικείου της Κωνσταντινουπόλεως, που δεν σχετίζεται καθόλου με την υπόθεση και πλοκή του «Καπετάν Απέθαντου!-

Ο συνδυασμός, λοιπόν, αυτός ήταν άριστος, και φαίνεται πως οι νέες παραστάσεις του Μουστάκα σε συνδυασμό με το δυναμισμό του Κούζαρου προβλημάτισαν εκείνο τον καιρό τον παραδοσιακό Μόλλα, αν λάβουμε υπ’ όψη και το πικρό σχόλιο του Γιού του: «…Ο Μουστάκας με σύνταξη και περίπτερο ως τραυματίας του Μικρασιατικού ήταν καταφύγιο κάθε φτωχού καραγκιοζοπαίκτη…».

Ο Κούζαρος, φτωχός και ορφανός, βρήκε κοντά στο Μουστάκα, που εθαύμαζε, όχι μόνο αξιοπρεπή εργασία και καταξίωση, αλλά και το Συγγραφέα που τον προικοδότησε με πλήθος παραστάσεων ανάμεσά τους και τον «Καπετάν Απέθαντο», που τον αγάπησε όσο κανένα ήρωά του.

Εκεί, στου Μουστάκα, ο Κούζαρος έδωσε νέα πνοή στο θρυλικό Απέθαντο, πρωτίστως με τα πλούσια σκηνικά: τον Πύργο της Άννας Φραντζή, τα υπόγεια και τον τάφο του Παλαιολόγου, το πειρατικό καράβι με την αλυσίδα και την άγκυρα, το απόκοσμο νησί του καπετάν Τρομάρα με τις νεκροκεφαλές και τα κανόνια…! Mε πλήθος πρωτότυπες φιγούρες των κουρσάρων Τρομάρα1 και Κροκόδειλου2, των Πασάδων της Τριπολιτσάς, ολόκληρης τουρκικής εκστρατείας, τσούρμου πειρατών και προ πάντων τις ευφάνταστες γιγάντιες φιγούρες του Υπερβατικού Μασκοφόρου Πρωταγωνιστού με τα νεκρικά σύμβολα στο στήθος και του Πρωτοπαλλήκαρού του, του «Υιού Της Νεράϊδας»3.

Κατ’ αυτό τον τρόπο ο Απέθαντος καθιερώθηκε ως μια απ’ τις καλύτερες και επιτυχέστερες παραστάσεις του ρεπερτορίου του Κούζαρου, η 29η σε Κατάλογο έργων που παρουσίαζε το 1935, γι’ αυτό και σπάνια  Καραγκιοζοπαίκτης δεν είχε φιγούρα του δικού του Απέθαντου ή του Υιού της Νεράϊδας, που αντιγράφονται μετά μανίας και από τους νεότερους μέχρι και σήμερα. Παράδειγμα, Ο Απέθαντος του Βάγγου, του Θούγα, Του Μονδάνου, του Επτανήσιου…και τόσων άλλων!

Αναστάσιος Κούζης- Κούζαρος, Καλλιτέχνης Θεάτρου Σκιών, Φιλόλογος

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1.  Ο καπετάν Τρομάρας πρωταγωνιστεί σε ομότιτλη παράσταση του Ανδρέα Βουτσινά στο «ΑΘΗΝΑΙΟΝ» της Πάτρας το Σάββατο 21 Αυγούστου 1937 κατά τον ΝΕΟΛΟΓΟ, αρ.234.

2.  Ως προς τη σημασία του ονόματος ο Αχμέτ εις το «Ονειροκριτικόν» του παρατηρεί ότι αρχικώς το επώνυμο εδόθη εις φονέα και απονενοημένον άνθρωπο: «Κροκόδειλος: πειρατήν ή φονέα ή ουδέν ήττον απονενοημένον άνθρωπον σημαίνει. Δικαίος Βαγιακάκος, «Ιστορικό Λεξικό Ελληνικών Επωνύμων».

3.  Ο «Υιός της Νεράϊδας» δίδεται ως αυτοτελής απογευματινή παράσταση από τον Ντίνο Θεοδωρόπουλο στην ταράτσα Μαρούδα στην Πάτρα την Κυριακή 18 Ιουλίου 1937.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

1. Κυριάκος Κάσσης, «Το Ελληνικό Λαϊκό Μυθιστόρημα», Αθήνα, 1983, σελ. 80,165-166,168.

2. Δημήτρης Μόλλας, « Ο Καραγκιόζης μας», ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, Αθήνα, 2002, σελ. 165.

3. Γιάννης Χατζής, «Οδοιπορώντας με τις σκιές του Καραγκιόζη», ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ, σελ.275.

Θέλετε να μάθετε περισσότερα για την ιστορία του θεάτρου σκιών? Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα άρθρα here.

Related Posts

Leave a Reply

Your email address will not be published. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *