The story of Karagiozis

ΤΟ ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ

Η προφορική παράδοση του Θεάτρου Σκιών, καθώς περνούσε από στόμα σε στόμα στις νεότερες γενιές Καραγκιοζοπαικτών, επέτρεψε να επιβιώσουν πολύτιμα στοιχεία που μαρτυρούν τη μακρινή του προέλευση απ’ τα βάθη της ιστορίας μας.Ένα τέτοιο στοιχείο για χρόνια άκουγα να επαναλαμβάνεται απ’ το στόμα του Σπύρου Κούζαρου σχεδόν σε κάθε συνάντηση του Πασά ή του Μεγάλου Βεζύρη, με τον ταπεινό Καραγκιόζη στο μπερντέ του.

Μετά τις σχετικές και μέχρι εξαντλήσεως υποκλίσεις και τις πρώτες χαριτολογίες του Καραγκιόζη ακολουθούσαν οι συστάσεις και ο Πολυχρονεμένος ζητούσε πάντα να μάθει πώς ονομάζεταιο αλλόκοτος συνομιλητής του. Κι ο Καραγκιόζης, παίζοντας περίτεχνα με τα ευφυολογήματά του, ρωτούσε τάχα αθώα τον Πασά: «Ποιο όνομα θες Εφέντη μου; Το Σαρακοστιανό ή το Αποκρηάτικο;» κι ο Πασάς αιφνιδιασμένος απαντούσε, «Έχεις Σαρακοστιανό έχεις κι Αποκρηάτικο;». Για τον Καραγκιόζη, βέβαια, τι πιο φυσικό να τροποποιεί το όνομά του ανάλογα με το είδος των τροφών που η χριστιανική παράδοση επιτρέπει στους πιστούς να καταλύουν σε κάθε χρονική περίοδο: «Εμ, τι θα τρώμε τη Σαρακοστή, τι θα τρώμε τις Απόκρηες!». Κι ο Πασάς, γνώστης φαίνεται της Ορθόδοξης Παράδοσης, απαιτούσε γεμάτος περιέργεια: «Για πες μου το Σαρακοστιανό…..»

Καρ: «Αγγουροντομάτας Ανδρακλοκολοκυθόπουλος»
Πασ: «Και το Αποκρηάτικο;»
Καρ: «Επιφάνης Ποτέ Γρηγορήτου και Νυκτός Φαλλακράτα!»

Ο Πασάς έμενε σύξυλος από την όλως διόλου αναπάντεχη απάντηση του Καραγκιόζη: «…. Φαλλακράτα;»
«Μάλιστα Φαλλακράτα», υπογράμμιζε υπερήφανα ο Καραγκιόζης.
Πασ: «Καλά, τι όνομα είναι αυτό;»
Καρ: «Παρδαλό ……..!!!!»

Την απορία που κι εμείς σαν τον Πασά έχουμε για το παρδαλό αποκρηάτικο αυτό όνομα του Καραγκιόζη θα επιχειρήσουμε να λύσουμε σχολιάζοντας τα στοιχεία που συνθέτουν το γριφώδες όνομά του και εξάγοντας διαφωτιστικά συμπεράσματα. Σημειώνουμε πρωτίστως πως δάσκαλοι του Κούζαρου, εκτός των άλλων σπουδαίων, υπήρξαν οι Ντίνος Θεοδωρόπουλος και Ιωάννης Γεωργόπουλος ή Μπομποτίνος, Καθηγητής φυσικομαθηματικός με έδρα τη Σχολή Ευελπίδων, κατά το Δημήτρη Μόλλα.
Το βαφτιστικό ΕΠΙΦΑΝΗΣ παραπέμπει σαφώς στη μεγάλη Δεσποτική εορτή των Επιφανείων ή Θεοφανείων. Όμως, το δεύτερο συνθετικό του ΦΑΝΗΣ ανάγεται αιώνες πριν στο Θεό των Μυστηρίων του Ορφέως, ο οποίος προσωποποιεί το φώς, γεννημένος μέσα από το χάος, σύμφωνα με μια απ’ τις διάφορες Ορφικές κοσμογονίες. Αυτό εξάλλου δηλώνουν και τα συστατικά του ίδιου του ονόματος αυτός που φανερώθηκε (ΦΑ-) ξαφνικά μέσα από μία αέναη ανυπαρξία (-ΝΗ). Αφού κατά του Ορφικούς, λοιπόν, υπάρχει αρχή του κόσμου, το σύμπαν γεννήθηκε σε κάποια χρονική στιγμή. Αυτή τη χρονική στιγμή τη δηλώνει το αόριστο χρονικό επίρρημα ΠΟΤΕ (=κάποτε) που ακολουθεί αμέσως μετά το βαφτιστικό ΕΠΙΦΑΝΗΣ.

Περνώντας στο επώνυμο ή επίθετο παρατηρούμε πως αποτελείται από δυο ονόματα (ΓΡΗΓΟΡΗΤΟΥ-ΦΑΛΛΑΚΡΑΤΑ) σε πτώση γενική, η οποία δηλώνει την καταγωγή ή τη συγγένεια, που συνδέονται παρατακτικά με το σύνδεσμο ΚΑΙ. Το ΓΡΗΓΟΡΗΤΟΥ, ως κύριο εδώ όνομα, παράγεται από το ρήμα γρηγορέω ( ενεστώτας που σχηματίστηκε μεταγενέστερα από τον παρακείμενο εγρήγορα)  το οποίο σημαίνει είμαι ξύπνιοςβρίσκομαι σε εγρήγορση, φρουρώ, μένω άγρυπνος. Η κατάληξη –τος του ρηματικού επιθέτου συμπληρώνει τη σημασία: ΓΡΗΓΟΡΗΤΟΥ=(γιός) αυτού που μπορεί να μένει άγρυπνος, ξύπνιος. Στο δεύτερο σκέλος αυτού του παράξενου επωνύμου προσδιορίζεται η χρονική στιγμή, τόσο της κατάστασης που δηλώθηκε, όσο και της ενέργειας που έπεται, με τη γενική ΝΥΚΤΟΣ, για να ακολουθήσει το ΦΑΛΛΑΚΡΑΤΑ.
Πρώτο συστατικό της λέξης είναι ο φαλλός, το ομοίωμα δηλαδή του ανδρικού γεννητικού οργάνου που το περιέφεραν με πομπή στη διάρκεια γονιμικών τελετών και οργίων ως σύμβολο της γονιμότητας της φύσης, απ’ την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Και για να περιφέρει κανείς κάτι πρέπει να το κρατήσει ψηλά, πάνω σ’ ένα κοντό, όπως ακριβώς δηλώνει το δεύτερο συστατικό της λέξης, -ΚΡΑΤΑ (εκ του ρήματος κρατώ). Εδώ, βέβαια, πρόκειται για ομοίωμα του θεού Φάλη που κατασκευαζόταν από ξύλο συκής, γι’ αυτό μερικές φορές απεκαλείτο Σύκινος. Αφού, λοιπόν, ο Φάλης, η φαλλική θεότητα που η λατρεία της ήταν συνδεδεμένη με τη Διονυσιακή, κατασκευαζόταν από ξύλο (ύλη), είναι λογικό το ομοίωμά του, ο φαλλός, να γράφεται με δύο -λ δηλώνοντας και το θεό (Φαλ-) και το υλικό κατασκευής (-λός).

Πόσο μεγάλη είναι η έκπληξή μας για το αποκρηάτικο όνομα του Καραγκιόζη που στην αφετηρία του φιλοξενεί έναν αρχέγονο θεό του φωτός τον ΦΑΝΗ και στο αποτέλειωμά του έναν υστερότερο θεό, υπαίτιο για τη γονιμότητα της γης, τον ΦΑΛΗ! Σε μια απόπειρά μας να αποδώσουμε περιφραστικά το όνομα με το οποίο συστήνεται ο Καραγκιόζης θα γράφαμε: «Είμαι αυτός που κάποτε ξαφνικά φανερώθηκε πάνω στη γη εκ του μηδενός, γιός κάποιου που μπορεί να αγρυπνεί κρατώντας μέσα στη νύκτα το ξύλινο ομοίωμα της γονιμότητας»!

Εάν ένας τέτοιου είδους αυτοπροσδιορισμός του ήρωά μας δεν ανάγεται στις αρχαϊκές τελετουργίες συνδεδεμένες με τον αγώνα του ανθρώπου να κατανοήσει τόσο το μυστήριο της δημιουργίας του κόσμου, όσο κι αυτό της ζωής, τότε που παραπέμπει; Είδαμε στο προηγούμενο δημοσίευμά μας για τις απαρχές του Ελληνικού Θεάτρου Σκιών, πως για αιώνες πανηγυρίζονταν σ’ όλη την περί τη Μεσόγειο Οικουμένη τελετές επίσημες και υπερεθνικές που σχετίζονταν με τις τροπές του Ηλίου και τη γονιμότητα.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Δ. ΣΑΠΡΑΝΙΔΗ

Ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος μας προσφέρει ένα θαυμάσιο παράδειγμα στο δεύτερο βιβλίο της Ιστορίας του, που τιτλοφορεί «Ευτέρπη»: «Την παραμονή της γιορτής του Διονύσου, την ώρα του δείπνου ο κάθε Αιγύπτιος σφάζει ένα γουρούνι μπροστά στην πόρτα του και το δίνει να του το μεταφέρει ο χοιροβοσκός που του το πούλησε. Την υπόλοιπη γιορτή του Διονύσου οι Αιγύπτιοι τη γιορτάζουν το ίδιο σχεδόν σε όλα όπως οι Έλληνες, εκτός από τους χορούς. Αντί όμως για φαλλούς σοφίστηκαν νευρόσπαστα αγάλματα, έναν πήχυ ύψος περίπου, που τα τριγυρνούν στα χωριά γυναίκες. Το αιδοίο των αγαλμάτων, που είναι τόσο μεγάλο όσο σχεδόν το υπόλοιπο σώμα κινείται. Μπροστά από τη συνοδεία πάει μια πίπιζα κι ακολουθούν αυτές, ψέλνοντας στο Διόνυσο. Τώρα, γιατί το άγαλμα έχει τόσο μεγάλο το αιδοίο, και γιατί μόνο αυτό κινείται από το σώμα, υπάρχει μια σχετική ιερή παράδοση». 

Απ’ όσα εκτέθηκαν διαπιστώνουμε για μία ακόμα φορά πως υπάρχει ένα πλήθος διάσπαρτων πληροφοριών και τεκμηρίων, που, εάν αποκωδικοποιηθούν, συντεθούν και τοποθετηθούν στον άξονα του χρόνου, αλλάζουν εντελώς την αντίληψή μας για τη «δήθεν προέλευση» του Θεάτρου Σκιών. Ένα τέτοιο στοιχείο αποτελεί και το αποκρηάτικο όνομα του Καραγκιόζη που προσπαθήσαμε να αποκωδικοποιήσουμε. Μάλιστα, στο αποκορύφωμα των αποκαλύψεών του  σχετικά με την καταγωγή του, ο Ήρωάς μας δηλώνει με στόμφο στον πελαγωμένο και παγιδευμένο στα δίχτυα του Πασά: «Είμαι υιός του Αγνώστου Στρατιώτου»! Πόσοι άγνωστοι στρατιώτες, απότακτοι ή κατά παράβαση της αυστηρότητας του Νόμου, δεν βάκχευαν μεσ’ τη νύχτα, έξαλλοι, με τα πλήθη κατά τους εορτασμούς του Διονύσου, ώστε να είναι δυνατόν να πέσουν θύματα των θελγήτρων  κάποιας  πλανεύτρας Μιμάδας;

Το Αποκρηάτικο όνομα του Καραγκιόζη αποτελεί μια μικρή απόδειξη της καταγωγής του ή επινόηση ενός ευφάνταστου Καραγκιοζοπαίκτη; Αν ισχύει το δεύτερο, τότε αυτός ο Καραγκιοζοπαίκτης γνώριζε πολύ καλά Γράμματα!

Βιβλιογραφία

  1. Ιωάννου Σταματάκου, Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης
  2. Χρήστου Γιοβάνη, Θησαυρός όλης της Ελληνικής Γλώσσας
  3. Ιωάννου Δ. Πασσά, Τα Ορφικά Εκδόσεις Εγκυκλοπαιδείας του Ηλίου
  4. Ηροδότου Ιστορία, Εκδόσεις Πάπυρος 1976, Ιστορία Β’ «Ευτέρπη», 48
  5. Ε. Μουτσόπουλου, Προσωκρατική Διανόησις

ΤΑΣΟΥ ΚΟΥΖΑΡΟΥ – ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ – ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΚΙΩΝ

Related Posts

Leave a Reply

Your email address will not be published. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *